Τρίτη 29 Μαρτίου 2011

ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΡΑΒΙΚΕΣ ΕΞΕΓΕΡΣΕΙΣ (του Γιώργου Λιερού)

Οι εξεγέρσεις στην Τυνησία, την Αίγυπτο, την Λιβύη, την Υεμένη, τα Εμιράτα κ.ά. πρέπει να ειδωθούν, παρά τις ιδιαιτερότητές τους, ως μέρη της ίδιας διαδικασίας; Ποιας; Μιας διαδικασίας αραβικής; Μουσουλμανικής; Μπορεί σήμερα να ξεδιπλωθεί στη Μέση Ανατολή μια επαναστατική διαδικασία η οποία θα τείνει στον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της περιοχής; Ή μήπως οι εξεγέρσεις αυτές έρχονται να προκαλέσουν την επιτάχυνση της διαδικασίας προσαρμογής των εν λόγω χωρών στον καπιταλισμό της παγκόσμιας ελεύθερης αγοράς και, επίσης, να διεκδικήσουν εκ παραλλήλου την αναβάθμισή τους σε αυτά τα πλαίσια;
Μετά από πολλές δεκαετίες, βλέπουμε να εισβάλλει στην σκηνή ο ένας Αραβικός λαός, Άραβες πολίτες που ξεπερνάν τα στενά όρια και τις ιδιαίτερες φυσιογνωμίες των ξεχωριστών αραβικών εθνικών κρατών. Παρά τις διαφορές ανάμεσα στις αραβικές χώρες και ανάμεσα στις ίδιες τις εξεγέρσεις, η ταχύτητα με την οποία μεταλαμπαδεύεται η φλόγα από τη μία χώρα στην άλλη θυμίζει τις επαναστάσεις στην Ευρώπη το 1848 και το 1917/1923. Δεν πρέπει να εξαντλήσουμε την προσέγγισή μας στην περιπτωσιολογία, στην παράθεση ενός αθροίσματος συγκυριών και γεγονότων και να κρύψουμε πίσω τους τις βαθύτερες διεργασίες που τους δίνουν ενότητα και συνοχή.
Ενότητα; Συνοχή; Οι αραβικές εξεγέρσεις στο μέτρο που είναι όντως εξεγέρσεις και όχι......

απλώς ταραχές ή πολιτικά πραξικοπήματα συνίστανται από μια πολλότητα αντιφατικών και συγκρουόμενων μεταξύ τους διεργασιών · ανοίγουν πολλούς διαφορετικούς ή και αντίθετους δρόμους. Είναι συμβάντα, καταστάσεις εντελώς καινούργιες, που μόνο εν μέρει μπορούν να κατανοηθούν με έννοιες, θεωρητικά σχήματα ή ιδέες που έρχονται από το παρελθόν.

*
Από τα τέλη του 18ου αιώνα και για ένα σχεδόν αιώνα, κινήματα θρησκευτικής και κοινωνικής μεταρρύθμισης συγκλονίζουν τον μουσουλμανικό κόσμο από τη Δυτική Αφρική μέχρι την Αραβική χερσόνησο και τη Μεσοποταμία. Όμως, ο Ουθμάν νταν Φοντίο στη Δυτική Αφρική, ο Μουχαμάντ αλ Ουαχάμπ στην Αραβία, ο Μάχντι Μουχαμάντ στο σημερινό Σουδάν και πολλοί άλλοι, απέτυχαν στο σχέδιο της αναγέννησης του μεγάλου χρηστοκυβέρνητου χαλιφάτου. Τον 19ο αιώνα, ο αραβικός και μουσουλμανικός κόσμος δεν μπορούσε να έχει καμία τύχη απέναντι στην Ευρώπη που είχε ήδη προχωρήσει στη βιομηχανική επανάσταση και οργανωνόταν με πολιτικούς και δικαϊκούς θεσμούς βγαλμένους μέσα από την Αγγλική και Γαλλική επανάσταση και τρεις αιώνες νεωτερικότητας. Πλέον, ως προϋπόθεση για την αντίσταση στην Δύση τίθεται το αίτημα του εκσυγχρονισμού. Η Μέση ανατολή και η βόρεια Αφρική για να αποφύγουν την υποδούλωση πρέπει να υιοθετήσουν μερικά ή εν όλω την νεωτερικότητα. Η Οθωμανική αυτοκρατορία επιχειρεί τις Tanzimat, μια επιλεκτική υιοθέτηση ευρωπαϊκών προτύπων. Ο Τζαμαλουντίν αλ Αφγκανί, ο Αμπντούχ, ο Μουχαμάντ Ρασίντ Ριντά κ.ά. επιχειρούν να εκσυγχρονίσουν το Ισλάμ.
Όμως, αξιόλογες αντι-αποικιακές νεωτερικές δυνάμεις με σοβαρή απήχηση στους ντόπιους πληθυσμούς θα εμφανιστούν μόνο τον 20ο αιώνα πάνω στην κοινωνική βάση που έδωσε η (αναιμική) ανάπτυξη των καπιταλιστικών σχέσεων και των αστικών θεσμών υπό το αποικιοκρατικό καθεστώς. Στην Αίγυπτο των αρχών του 20ου αιώνα υπάρχουν ήδη αναρχικές εργατικές ομάδες και στη συνέχεια θα εμφανιστούν τα κομμουνιστικά κόμματα. Η ηγεμονία όμως του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα και το εκσυγχρονιστικό εγχείρημα μετά την απελευθέρωση θα αναληφθεί από τα εθνικιστικά κόμματα.
Οι ιδέες του αραβικού εθνικισμού διαμορφώθηκαν υπό την επίδραση των αυταρχικών ιδεολογιών της Ευρώπης του Μεσοπολέμου, όταν στο φαντασιακό του καπιταλισμού (εκείνου της ιμπεριαλιστικής εποχής) δέσποζε η ιδέα των ιεραρχημένων και αυστηρά πειθαρχημένων μεγάλων ανθρώπινων συνόλων – των μαζών, των μαζικών κομμάτων, των μαζικών εργοστασίων κ.τ.λ. Όταν ήρθε η απελευθέρωση –μετά των Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο– οι αδύναμες αστικές τάξεις των αραβικών χωρών, εξαρτημένες με πολλούς τρόπους από της κρατικές δομές που είχε δημιουργήσει η αποικιοκρατία, ακόμα και όταν έδιωχναν της βασιλιάδες προτιμούσαν να της αντικαταστήσουν με την αυταρχική ηγεσία χαρισματικών προσωπικοτήτων οι οποίες σχεδόν πάντα ήταν στρατιωτικοί. Ήμασταν ακόμα στην εποχή που στη Δύση δέσποζε το κεϋνσιανό κράτος και το κράτος πρόνοιας και στην Ανατολή ο γραφειοκρατικός σχεδιασμός της οικονομίας. Η πρωτοκαθεδρία του κράτους δεν αμφισβητείτο πουθενά.
Διαμέσου του κράτους τα αραβικά μετα-αποικιακά εθνικιστικά (αντιμπεριαλιστικά για μια εποχή) καθεστώτα επιτέλεσαν ένα εκτεταμένο εκσυγχρονιστικό έργο. Πέτυχαν μια ορισμένη ανάπτυξη της βιομηχανίας και εφάρμοσαν ευρύτερα οργανωτικές δομές ξεσηκωμένες από της αναπτυγμένες βιομηχανικές κοινωνίες. Διέδωσαν ακόμα περισσότερο της καπιταλιστικές σχέσεις, τη μισθωτή εργασία και βοήθησαν στην μεγέθυνση κοινωνικών στρωμάτων που ήταν φορείς του αστικού ήθους. Εισήχθησαν έτσι νέα δυτικά καταναλωτικά πρότυπα, νέες ιδέες για τις οικογενειακές σχέσεις ενώ οι γυναίκες των μεσαίων στρωμάτων άρχισαν να παίρνουν πιο δραστήρια μέρος στην παραγωγή. Τα εθνικιστικά καθεστώτα επέβαλλαν τη δημόσια παιδεία, ένα αγαθό που είχε όλο και περισσότερη ζήτηση από τους εγχώριους πληθυσμούς στο μέτρο που υποκαθιστούσε τους παραδοσιακούς μηχανισμούς κοινωνικής ανόδου. Η κρατική εκπαίδευση ήταν ένα δημόσιο αγαθό που μπορούσε να προσφερθεί απλόχερα στις «μάζες» ακόμα και όταν οι παραγωγικές δομές ή η αστική κοινωνία ήταν αδύναμες. Επίσης , έξω από τον αραβικό και μουσουλμανικό κόσμο, η υπερτροφία του εκπαιδευτικού τομέα χαρακτήριζε και πολλές άλλες χώρες του λεγόμενου Τρίτου Κόσμου. Η μαζική παραγωγή μορφωμένων ανέργων θα αποτελούσε τυπικό χαρακτηριστικό αυτών των κοινωνικών δομών και θα είχε σοβαρές πολιτικές συνέπειες.
Δια των εθνικιστικών καθεστώτων ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής και οι αστικοί θεσμοί αναπαραγωγής κατέστησαν κυρίαρχοι. Απορρόφησαν επίσης ή άλλαξαν το περιεχόμενο όσων θεσμών επιβίωσαν από το ισλαμικό προ-καπιταλιστικό παρελθόν. Για παράδειγμα η ισλαμική εκπαίδευση, όπου επιβίωσε, πήρε την μορφή ή εντάχθηκε στα πλαίσια ενός εκπαιδευτικού συστήματος δυτικού τύπου. Η Σαρία, ο ισλαμικός νόμος, έγινε νομικός κώδικας δυτικού τύπου και ακριβώς σ’ αυτή την τελευταία της μορφή διεκδικείται από τους ισλαμιστές.
Ο αραβικός κόσμος μέχρι την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού και τον Πρώτο πόλεμο του Κόλπου ήταν διχασμένος ανάμεσα στα αντιμπεριαλιστικά εθνικιστικά καθεστώτα και στις φιλοδυτικές μοναρχίες που είχαν επικρατήσει, ιδίως στις πλούσιες σε πετρέλαιο περιοχές, με την ενεργή υποστήριξη του ιμπεριαλισμού. Και οι μοναρχίες πέτυχαν ένα ορισμένο εκσυγχρονισμό των κοινωνιών τους χρησιμοποιώντας μάλιστα παραπλήσιες οικονομικές και κοινωνικές πολιτικές μ’ εκείνες των εθνικιστικών καθεστώτων. Καθώς το ένα μετά το άλλο τα εθνικιστικά καθεστώτα εγκατέλειπαν την αντιμπεριαλιστική τους ρητορεία και προχωρούσαν στο νεοφιλελεύθερο άνοιγμα των οικονομιών τους, η σύγκλιση μεταξύ των αραβικών καθεστώτων γινόταν όλο και περισσότερο πραγματικότητα.
Σύγκλιση όμως σημειωνόταν και στην ίδια την κοινωνική βάση ανάμεσα στους ίδιους τους Αραβικούς λαούς χάρη στην διασπορά της Ευρώπης, μέσω της δράσης των ισλαμιστών και με τη διευκόλυνση των πιο προχωρημένων τεχνολογιών. Το Αλ Τζαζίρα σήμερα διαμορφώνει την αραβική κοινή γνώμη με υψηλής ποιότητα ενημέρωση. Έχει ενδιαφέρον το ότι το τελευταίο δεν γεννήθηκε σε κάποιο «προοδευτικό» εθνικιστικό καθεστώς αλλά δημιουργήθηκε και υφίσταται χάρη στην σθεναρή υποστήριξη του εμίρη του Κατάρ.
Οι αραβικές χώρες εδώ και καιρό έχουν πάψει να είναι παραδοσιακές (προ-καπιταλιστικές) αλλά οι αυταρχικές κρατικές δομές τους δεν αντιστοιχούν πλέον στις νέες κοινωνικές δυνάμεις που οι ίδιες έχουν δημιουργήσει. Οι αραβικές κοινωνίες γενικότερα, οι ανελαστικές τους γραφειοκρατικές ιεραρχίες, ο βαρύς και ογκώδης κρατικός τομέας, οι οικονομικές τους δομές, είναι ακόμα σε ένα μεγάλο μέρος εκείνες των περιφερειακών χωρών του καπιταλισμού της ιμπεριαλιστικής εποχής. Δεν ανταποκρίνονται πλέον στην νέα περίοδο του καπιταλισμού. Έτσι ο αραβικός κόσμος υποβαθμίζεται όλο και περισσότερο μέσα στο παγκόσμιο γίγνεσθαι. Μέσα σ’ αυτή την κατάσταση γεννιέται –και έρχεται να την αντιμετωπίσει– η αραβική εξέγερση.
*
Η αποξένωση των αραβικών καθεστώτων από τους λαούς τους, οι περιορισμένες τους δυνατότητες προσαρμογής και αναπροσαρμογής, που οδήγησαν στη σημερινή τους κατάρρευση, οφείλονται στον αυταρχικό και αντιδημοκρατικό τους χαρακτήρα, ο οποίος ήδη από την αρχική τους περίοδο προκαλούσε πολιτική αδυναμία που εκδηλωνόταν επίσης και σαν στρατιωτική αναποτελεσματικότητα.
Το θέμα δεν είναι κάποια εγγενής ασυμβατότητα του αραβικού πολιτισμού και της ισλαμικής παράδοσης με τις δημοκρατικές αξίες, όπως υποστηρίζει ένας ακροδεξιός πολιτικός λόγος, αλλά τα χαρακτηριστικά του αραβικού εθνικισμού τα οποία άλλωστε ο τελευταίος μοιραζόταν με πολλά άλλα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα στην Ασία και την Αφρική. Σχετικά, είναι εξαιρετικά διαφωτιστική η πρώιμη –σχεδόν προφητική– κριτική που άσκησε ο Φρανς Φανόν εναντίον των μετα-αποικιακών εθνικιστικών κυβερνήσεων της Αφρικής.
Οι παραδοσιακές δομές του Ισλάμ διασφάλιζαν τη δυνατότητα δημόσιας έκφρασης γνώμης, την άσκηση κριτικής στην εξουσία και τον κοινωνικό έλεγχο πάνω στους κρατικούς θεσμούς. Προέβλεπαν τρόπους ανανέωσης, εμπλουτισμού και διαρκούς επανερμηνείας της παράδοσης. Η βαθιά παρακμή στην οποία είχαν περιπέσει για αιώνες αυτές οι δομές, εξηγεί την απώλεια εκείνου του δυναμισμού που χαρακτήριζε τον ισλαμικό κόσμο την εποχή της ακμής του.
Στην πραγματικότητα, είτε πρόκειται για την Αυτοκρατορική Ρώμη είτε για την Αρχαία Κίνα, τους Ίνκας ή τους Φον της Δαχομέης, καμιά γραφειοκρατική ιεραρχία δεν μπορεί να λειτουργήσει στοιχειωδώς αποτελεσματικά χωρίς την ενεργή συμμετοχή, την δημιουργικότητα, την πρωτοβουλία, τη διόρθωση που επιφέρουν κατά την εφαρμογή των διαταγών οι διοικούμενοι, ο λαός, το πλήθος, οι από κάτω. Η φιλελεύθερη δημοκρατία ή ο κοινοβουλευτισμός είναι τρόποι με τους οποίους ασκείται αυτός ο κοινωνικός έλεγχος στις καπιταλιστικές νεωτερικές κοινωνίες. Το «δικαίωμα της επίπληξης» που κατείχαν οι λόγιοι της αρχαίας Κίνας όπως και το πιο τρομερό «δικαίωμα της Ουράνιας εντολής» (δηλαδή το καθήκον της τυραννοκτονίας) ήταν τρόποι με τους οποίους ασκείτο ο κοινωνικός έλεγχος στην αρχαία Κίνα.
Η γραφειοκρατία του νεωτερικού κράτους είναι ασύγκριτα πιο εκτεταμένη και περίπλοκη από αυτή των παραδοσιακών κρατών και χρειάζεται πολύ πιο αναβαθμισμένες δυνατότητες κοινωνικού ελέγχου. Αυτός είναι ένας από τους λόγους που η ανάγκη για δημοκρατία έρχεται εκ νέου στο ιστορικό προσκήνιο ακριβώς μαζί με το νεωτερικό κράτος. Οι παραδοσιακοί μηχανισμοί ελέγχου της εξουσίας στο Ισλάμ, οι οποίοι στηρίζονταν στην άμεση αλληλόδραση των ανθρώπων, σε δεσμεύσεις από προσωπικές ή οικογενειακές σχέσεις και είχαν να κάνουν με μια εξουσία και διοικητικές δομές που στηρίζονταν σ’ ένα μεγάλο βαθμό ακόμα στον προφορικό λόγο, όχι μόνο είναι ατελέσφορες για να ασκήσουν διορθωτικό έλεγχο στην σύγχρονη γραφειοκρατία αλλά μπορούν να αποτελέσουν επιπλέον εμπόδια στην αποτελεσματική λειτουργία της.
Σε κάθε περίπτωση, οι Άραβες εθνικιστές ηγέτες ήταν συνεπαρμένοι από τις πιο αυταρχικές ευρωπαϊκές ιδεολογίες και ελάχιστα τους ενδιέφερε η δημοκρατία και πολύ περισσότερο η αναζήτηση, η ανάδειξη και η αναζωογόνηση των στοιχείων της δικής τους παράδοσης που θα μπορούσαν να εμπλουτίσουν σύγχρονους δημοκρατικούς θεσμούς.

*
Ο Μουμπάρακ, ο «φαραώ» που ανέτρεψε η αιγυπτιακή εξέγερση, ήταν ο τελευταίος της δυναστείας που έφερε στην εξουσία το πραξικόπημα των «Ελεύθερων Αξιωματικών», τον Ιούλιο του 1952. Ο Γκαμάλ Νάσσερ ήταν ο ηγέτης του πραξικοπήματος. Πρόκειται για μία σχεδόν μυθική προσωπικότητα για τον αραβικό εθνικισμό. Αναφέρεται ως ο πρώτος Αιγύπτιος που κυβέρνησε την Αίγυπτο από την εποχή του φαραώ Νεκτανεβώ του Β’ (4ος αιώνας π.Χ.). Συγκλόνισε τον κόσμο με την εθνικοποίηση της διώρυγας του Σουέζ, το 1956. Βοήθησε ενεργά τις αφρικανικές επαναστάσεις και αναδείχθηκε σε ηγετική φυσιογνωμία των αντιμπεριαλιστικών κινημάτων τις δεκαετίες του 1950 και του 1960. Μεσούντος του Ψυχρού πολέμου μαζί με τον Τίτο (Γιουγκοσλαβία) και τον Νεχρού (Ινδία) ίδρυσε το κίνημα των «αδέσμευτων χωρών».
Υπάρχει όμως και μια άλλη πολύ λιγότερο φωτεινή πλευρά του νασσερισμού που, αν και είναι αρκετά γνωστή, η κρατικιστική αριστερά, όχι τυχαία, θέλει να την ξεχνάει. Αυτή η ζοφερή πλευρά εξηγεί πολύ καλύτερα ό,τι έγινε όπως και την κατάσταση του αραβικού κόσμου σήμερα.
13 Αυγούστου 1952. Τρεις εβδομάδες μόνο μετά το πετυχημένο στρατιωτικό πραξικόπημα του Νάσσερ, μια εργατική απεργία σ’ ένα εργοστάσιο βρετανικών συμφερόντων καταστέλλεται βίαια. Οι ηγέτες των εργατών συλλαμβάνονται και δικάζονται από στρατοδικείο με συνοπτικές διαδικασίες. Εκτελούνται δι’ απαγχονισμού την επομένη. Είναι από τους πρώτους. Τα επόμενα χρόνια χιλιάδες αριστεροί και κομμουνιστές θα φυλακισθούν, θα βασανιστούν ή θα δολοφονηθούν από το νασσερικό καθεστώς. Το 1954, ο Σαγίντ Κουτμπ μένοντας πιστός στις ιδέες του, αρνήθηκε την πρόταση του Νάσσερ να γίνει υπουργός παιδείας. Το 1965, αφού κρατήθηκε φυλακισμένος 8 χρόνια και αφού βασανίστηκε απάνθρωπα, οδηγήθηκε στην αγχόνη, μετά από μια δίκη παρωδία. Το νασσερικό καθεστώς δολοφόνησε έναν από τους σπουδαιότερους διανοούμενους του μουσουλμανικού κόσμου, έναν ισλαμιστή που σέβονταν για το πνευματικό του επίπεδο και το ηθικό του ανάστημα οι κοσμικοί και οι αθεϊστικοί κύκλοι, τον άνθρωπο που επηρεάστηκε από τον ευρωπαϊκό αναρχισμό και ενέπνευσε την Αλ- Κάιντα.
Η σαθρότητα του Νασσερικού καθεστώτος φάνηκε.....
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟ ΥΠΟΛΟΙΠΟ ΑΡΘΡΟ ΕΔΩ

Δεν υπάρχουν σχόλια :