Κυριακή 9 Ιανουαρίου 2011
Εκπαίδευση και βιομηχανικά μοντέλα
Μια από τις βασικότερες αρχές της εκπαίδευσης είναι ο αντισταθμιστικός και δημοκρατικός χαρακτήρας της. Παρά το αυτονόητο των αξιών αυτών η εκπαίδευση αντανακλά το εκάστοτε κοινωνικό σύστημα και αναπαράγει τις ανισότητές του. Ο Bourdieu είχε επισημάνει ότι οι μαθητές διαφοροποιούνται ανάλογα με το οικονομικό και πολιτισμικό κεφάλαιό τους, γεγονός που επηρεάζει αργότερα τον τύπο της επαγγελματικής και κοινωνικής αποκατάστασής τους.
Οι μαθητές από ανώτερα κοινωνικοοικονομικά στρώματα έχουν μυηθεί στην κουλτούρα της κυρίαρχης ιδεολογίας και ενισχυόμενα από τον τύπο αξιολόγησης και τη στοχοθεσία των αναλυτικών προγραμμάτων απολαμβάνουν περισσοτέρων ευκαιριών ανέλιξης. Αντίθετα οι μαθητές της εργατικής τάξης περιπίπτουν σ’ ένα φαύλο κύκλο απαξίωσης και υπονομεύονται από μαθησιακές διαδικασίες που δεν τους επιτρέπουν να εκφράσουν το πολιτισμικό δυναμικό των κοινωνικών καταβολών τους, ενώ παράλληλα τους καθηλώνουν σ’ ένα πλέγμα χαμηλής σχολικής επίδοσης ή και αποτυχίας.
Η αλματώδης και η εν πολλοίς ανεξέλεγκτη είσοδος των νέων τεχνολογιών στην καθημερινότητα και στο σχολικό πλαίσιο έρχεται να επαναπροσδιορίσει το χαρακτήρα της αγωγής γενικότερα: η μάθηση μέσω υπολογιστών αίρει τις γεωγραφικές, κοινωνικές και οικονομικές διαφοροποιήσεις των μαθητών και με τρόπο δυναμικό υπερπηδά τους περιορισμούς, δεδομένου ότι παρέχει τη δυνατότητα σε όλους να εντρυφήσουν σε μαθησιακά περιβάλλοντα, που μπορούν να κατασκευαστούν από το μαθητή, σκιαγραφώντας την προσωπικότητά του. Η θεμελίωση της κοινωνίας της πληροφορίας, όμως, δεν προήλθε εκ του μη όντος, αλλά αποτέλεσε συγκυρία πολλών ιστορικών, οικονομικών και κοινωνικών εξελίξεων.
Κατά τον 20ο αιώνα το βιομηχανικό μοντέλο παραγωγής επηρέασε καθοριστικά την εκπαίδευση, τόσο σε επίπεδο πολιτικών, όσο και στις μεθόδους διδασκαλίας. Ήδη από το 1919 ο Max Weber καταδίκασε τις ομοιότητες στη δομή των ερευνητικών πανεπιστημιακών κέντρων και των επιχειρήσεων και θεώρησε ότι οι διαδικασίες της εκπαίδευσης και της έρευνας διέπονται από την απρόσωπη μεθοδολογία και το μηχανιστικό χαρακτήρα, που καθορίζουν τη βιομηχανική παραγωγή, σύμφωνα με τις αρχές του Φορντισμού και του Τεϋλορισμού. Η μαζική παραγωγή βιβλίων και εκπαιδευτικού υλικού, η καθοδηγούμενη από οικονομικά συμφέροντα έρευνα, η επιλογή ή ο εξοβελισμός θεματικών ενοτήτων ανάλογα με τις προσδοκίες και στόχους της κυρίαρχης ιδεολογίας ή εσκεμμένων πολιτικών αποφάσεων ουσιαστικά αναιρεί τον προσωπικό χαρακτήρα της εκπαίδευσης και προάγει ένα τύπο μαθητή, που επιτυγχάνει, εφόσον ακολουθεί πιστά τα πολιτισμικά πρότυπα και τις μεθόδους της βιομηχανοποιημένης παιδείας. Κατά τον Otto Peters (1983), η μάθηση τείνει να γίνει αυτοματοποιημένη, να έχει τις ιδιότητες της «γραμμής παραγωγής», τα δε προϊόντα της είναι τυποποιημένα, σταθμισμένα, απρόσωπα και αντικειμενικά, τα στάδια διεκπεραίωσης διακριτά, επαγωγικά και σαφώς προκαθορισμένα, η παιδεία συγκεντρωτική, ενώ οι φορείς της απλά εκτελεστικά όργανα των αναλυτικών προγραμμάτων, χωρίς πρωτοβουλία και υπευθυνότητα. Τα συμπεριφοριστικά μοντέλα διδασκαλίας, οι στοχοθεσίες τύπου Bloom, αλλά ακόμα και οι σύγχρονες μαθητοκεντρικές προσεγγίσεις βασίζονται σε αρχές, που υποστηρίζουν την κατάτμηση και τη σταδιοποίηση της εργασίας, ώστε να απλοποιηθεί, να γίνει προσπελάσιμη από πολλούς και να μειωθεί το κόστος της. Η απόλυτη εξειδίκευση αποκόπτει το μαθητή από τον τελικό σκοπό της εκπαίδευσης, ο οποίος καθορίζεται και διαμορφώνεται από τις επιλογές και τα συμφέροντα της κυρίαρχης τάξης.
Ευστράτιος Παπάνης, Επίκουρος Καθηγητής Κοινωνιολογίας Πανεπιστημίου Αιγαίου
http://my.aegean.gr/
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου