Συνεχίζουμε το μουσικό μας ταξίδι μέσα από τις γυναικείες φωνές της Ροκ σκηνής και μετά τις Janis, Joan και Marianne, καθώς περνάνε τα χρόνια, περνάνε και οι ίδιοι οι ήχοι σε λίγο πιο σκληρές «μελωδίες». Θα ακούσουμε λοιπόν και θα διαβάσουμε για την Debbie Hanny των Blondie, για την PJ Harvey και για την Dolores O’Riordan των Grandberries
Οι Blondie ξεκίνησαν την καριέρα τους το 1974 από τη Νέα Υόρκη. Η ιδέα της δημιουργίας τους ήταν του κιθαρίστα Chris Stein. Η αρχική τους σύνθεση ήταν: Chris Stein (κιθάρα), Jimmy Destri, (πλήκτρα), Clem Burke (ντραμς), Frank Infante (κιθάρα), Nigel Harrison (μπάσο) και Debbie Harry (φωνητικά).
Ξεκίνησαν τις ζωντανές εμφανίσεις τους στο club CBGBs και το είδος της μουσικής τους ήταν ένας συνδυασμός από punk, new wave και mainstream pop.
Εκαναν το ντεμπούτο τους στη δισκογραφία με το άλμπουμ που είχε τίτλο το όνομά τους, ηχογραφήθηκε το 1976 κάτω από την ετικέτα της Private Stock Records και κυκλοφόρησε στα δισκοπωλεία μέσα στο 1977. Το άλμπουμ πήρε πολύ καλές κριτικές. Το μουσικό τους ύφος ήταν κάτι ανάμεσα σε Ramones και Ronettes.
Το πανκ ήταν το στοιχείο που κυριάρχησε όχι μόνο στο πρώτο τους άλμπουμ αλλά και στις επόμενες δισκογραφικές τους δουλειές.
Οι Blondie εμφανίστηκαν ως support group στις περιοδείες του Iggy Pop και του David Bowie.
Το καλοκαίρι του 1977 κυκλοφόρησαν το δεύτερο άλμπουμ τους "Plastic Letters". Συνέχισαν τις περιοδείες τους με συναυλίες αυτή τη φορά σε Ευρώπη και Ασία. Το Μάρτιο του 1978 το single τους "Denis" πήγε στο Νο 1 της Αγγλίας. Ηταν η πρώτη φορά που οι Blondie σκαρφάλωναν στην κορυφή. Το καλοκαίρι του 1978 κυκλοφόρησαν την τρίτη δισκογραφική τους δουλειά "Parallel Lines" από την οποία ξεχώρισαν δύο singles: Το Νο 2 "Picture This" και το δεύτερο Νο 1 τους "Hanging on the Telephone". Το άλμπουμ πούλησε περισσότερα από 20 εκατομμύρια αντίτυπα.
Προς το τέλος του 1978 η τραγουδίστρια των Blondie, Debbie Harry, έκανε το ντεμπούτο της στον κινηματογράφο και συγκεκριμένα στην ταινία "Union City". Το 1979 βρήκε τους Blondie να ανεβάζουν το πρώτο τους Νο 1 στους πίνακες επιτυχιών της Αμερικής. Το κομμάτι ήταν το "Heart of Glass", με πωλήσεις που ξεπέρασαν το ένα εκατομμύριο αντίτυπα στην βρετανική αγορά. Από το "Parallel Lines" ξεχώρισε ένα ακόμη single, τέταρτο κατά σειρά. Ηταν το "Sunday Girl" ένα ακόμη Νο 1 στα charts της Μ. Βρετανίας.
Τον Σεπτέμβρη του 1979 οι Blondie είχαν έτοιμο το τέταρτο άλμπουμ τους "Eat to the Beat". Μέχρι το τέλος της ίδιας χρονιάς, είχαν καταφέρει να αποκτήσουν κι άλλο single στο Νο 1 της Μ. Βρετανίας. Το "Dreaming" ήταν το τέταρτο Νο 1 στους πίνακες επιτυχιών της Αγγλίας. Τον Φεβρουάριο του 1980 ξανανέβηκαν στην κορυφή των βρετανικών charts αυτή τη φορά με το "Atomic", ενώ δύο μήνες αργότερα άγγιξαν την κορυφή των επιτυχιών της Αμερικής με το "Call Me" που ακουγόταν στην ταινία "American Gigolo". To άλμπουμ τους "Eat To The Beat" έγινε πλατινένιο.
Η πέμπτη δισκογραφική τους δουλειά είχε τον τίτλο "Autoamerican" και κυκλοφόρησε τον Ιανουάριο του 1981. Το τραγούδι "The Tide is High" πήγε στο Νο 1 της Αγγλίας. Η Debbie Harry εμφανίστηκε στο τηλεοπτικό "Muppet Show" και στο διάσημο σόου "Solid Gold" παραλαμβάνοντας πλατινένιους δίσκους για τα δύο άλμπουμ τους "Eat The Beat" και "Autoamerican".
Τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς η Debbie Harry ξεκίνησε και σόλο καριέρα ηχογραφώντας το πρώτο της προσωπικό άλμπουμ "Koo Koo", σε παραγωγή Nile Rodgers και Bernard Edwards (από τους Chic).
Από το 1976 μέχρι το 1982 οι Blondie κυκλοφόρησαν έξι albums. Από αυτά το πιο επιτυχημένο ήταν το "Parallel Lines" από το 1978. Πολλοί κριτικοί το χαρακτήρισαν το καλύτερο ροκ άλμπουμ όλων των εποχών. Ωστόσο, οι Blondie γνώρισαν επιτυχία με τραγούδια που κυκλοφόρησαν και στις αρχές της δεκαετίας του '80. Αξίζει να θυμηθεί κανείς το εμπνευσμένο από τη reggae "The Tide Is High" ή το soul-rap "Rapture", ακόμα και το disco "Heart of Glass" ή το "Call Me" . Μέχρι το 1980 οι Blondie ηχογραφούσαν κάτω από την ετικέτα της Chrysalis, όμως διαφωνίες που προέκυψαν τόσο με τον μάνατζερ του συγκροτήματος, όσο και με τη δισκογραφική εταιρία, οδήγησαν τους Blondie στη διάλυση. Η αφορμή δόθηκε με το "Hunter" και τις απογοητευτικές πωλήσεις που σημείωσε. Ωστόσο το single "Island of Lost Souls" γνώρισε επιτυχία στην Αμερική και ουσιαστικά ήταν η τελευταία μεγάλη επιτυχία των Blondie στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού.
Το 1982 οι Blondie πήραν την οριστική απόφαση να διαλυθούν και καθένα από τα μέλη του να ακολουθήσει το δρόμο του. Η Debbie Harry που ήταν και η πιο διαλλακτική, ακολούθησε σόλο καριέρα. Ενώ ήταν ακόμα στους Blondie ηχογράφησε το "Koo Koo" (1981) και αργότερα άλλα τρία ακόμα albums ("Rockbird"-1986, "Def, Dumb and Blonde"-1989 και "Debravation"- 1993). Μερικά από τα σόλο τραγούδια της γνώρισαν επιτυχία κυρίως στη Μ. Βρετανία. Θυμηθείτε το "French Kissing in the USA" και το "I Want That Man" από τη δεκαετία του '80. Η Harry ασχολήθηκε παράλληλα με τον κινηματογράφο, το θέατρο, την τηλεόραση και το modeling. Το 1990 συμμετείχε στο jazz group, Jazz Passengers, κάνοντας φωνητικά στο άλμπουμ τους "Individually Twisted".
Το άλλο βασικό μέλος των Blondie, o κιθαρίστας Chris Stein, ασχολήθηκε με διάφορες παραγωγές σε διάφορα Νεοϋορκέζικα συγκροτήματα. Όμως οι Blondie ποτέ δεν έφυγαν από το μυαλό του. Στα μέσα της δεκαετίας του '90, ο Stein άρχισε να σκέπτεται πολύ σοβαρά την επανένωσή τους. Η Debbie Harry όπως και τα περισσότερα μέλη του συγκροτήματος ήταν σύμφωνοι. Οι μόνοι που δεν ξαναμπήκαν στους Blondie ήταν ο Frank Infante και ο Nigel Harrison ο οποίοι αντικαταστάθηκαν από τον μπασίστα Leigh Foxx και τον κιθαρίστα Paul Carbonara.
Οι Blondie ενώθηκαν ξανά το 1998 και το γιόρτασαν το Φθινόπωρο της ίδιας χρονιάς με την επιτυχημένη τους περιοδεία στην Ευρώπη. Το 1999 ήταν μια σημαντική χρονιά. Το πολύ-αναμενόμενο άλμπουμ τους κυκλοφόρησε κάτω από την ετικέτα μιας μικρής δισκογραφικής εταιρίας του Los Angeles, Beyond Records, με την οποία είχαν υπογράψει δισκογραφικό συμβόλαιο αφήνοντας πίσω τις καλές και τις κακές στιγμές της Chrysalis . Την παραγωγή ανέλαβε αυτή τη φορά ο Craig Leon ο οποίος είχε συνεργαστεί ξανά με τους Blondie πριν από αρκετά χρόνια στο πρώτο τους άλμπουμ. Το "No Exit" αποτέλεσε την μεγάλη έκπληξη για τους φαν του συγκροτήματος και κυκλοφόρησε το χειμώνα του 1999 σε Ευρώπη και Ηνωμένες Πολιτείες. Το single που ξεχώρισε ήταν το "Maria" και γνώρισε τεράστια επιτυχία στη Μ. Βρετανία. Αξίζει να σημειωθεί ότι μπήκε κατευθείαν στο Νο 1 της Μ. Βρετανίας και αποτέλεσε το 6ο Νο 1 των Blondie στα Βρετανικά charts. Στις Ηνωμένες Πολιτείες το single δεν είχε την ίδια αποδοχή, το άλμπουμ όμως τα πήγε αρκετά καλά (μπήκε κατευθείαν στο Νο 18 του Billboard Top200 και έμεινε μέσα στα 100 πρώτα albums για εννέα εβδομάδες). Οι παγκόσμιες πωλήσεις του cd ξεπέρασαν μέσα σε ένα μήνα από την κυκλοφορία του το ένα εκατομμύριο αντίτυπα και έγινε χρυσό στις Η.Π.Α. Στις 23 Νοεμβρίου του 1999 κυκλοφόρησαν ένα ζωντανά ηχογραφημένο άλμπουμ με αποσπάσματα από την περιοδεία τους στην Ευρώπη.
Παρά τα χρόνια που ήταν χώρια, οι Blondie δεν έχασαν τη συνοχή τους. Ηταν σαν μην είχαν διαλυθεί ποτέ. Το συγκρότημα διατήρησε την ικανότητά του να δημιουργεί pop/punk τραγούδια, εύκολα και ταυτόχρονα διαχρονικά. Με την ίδια άνεση, "πάντρεψαν" για μια ακόμα φορά διαφορετικά μουσικά είδη δημιουργώντας τραγούδια όπως μόνο εκείνοι ξέρουν.
Από τον Αύγουστο του 2003 ξεκίνησαν περιοδεία στην Αυστραλία και την Ιαπωνία, την πρώτη από το 1978, ενώ τον Σεπτέμβρη κυκλοφορούν σε Ευρώπη και Αμερική τη νέα τους δισκογραφική δουλειά "The Curse Of Blondie" . Προπομπός είναι το single "Good Boys" που κυκλοφορεί μια εβδομάδα νωρίτερα από την επίσημη κυκλοφορία του άλμπουμ
-------------------------------------------------------------------
Η Polly Jean Harvey (Πόλυ Τζιν Χάρβεϊ) (γεν. 9 Οκτωβρίου, 1969), πιο γνωστή σαν PJ Harvey (Πι Τζέι Χάρβεϊ), είναι Αγγλίδα τραγουδίστρια, μουσικός και στιχουργός. Θεωρείται μία από τις σημαντικότερες παρουσίες στο χώρο της ροκ και εναλλακτικής μουσικής.
Βιογραφία
Η Polly γεννήθηκε στο Yeovil και μεγάλωσε στο Corscombe (Ντόρσετ, Αγγλία). Κόρη ενός λιθοδόμου και μίας γλύπτριας, η Polly μεγάλωσε σ’ένα μικρό αγρόκτημα και από μικρή ηλικία, οι γονείς της την εισήγαγαν σε μουσικές όπως μπλουζ, τζαζ και αρτ-ροκ. “Μεγάλωσα ακούγοντας John Lee Hooker, Howlin’ Wolf, Robert Johnson και πολύ Jimi Hendrix και Captain Beefheart. Έτσι εκτέθηκα σε όλους αυτούς τους μουσικούς σε πολύ μικρή ηλικία. Αυτό παρέμεινε μέσα μου και φαίνεται όλο και πιο πολύ όσο μεγαλώνω. Νομίζω ότι ο τρόπος που ζούμε καθώς μεγαλώνουμε είναι αυτό που ξέραμε όσο ήμασταν παιδιά.”, είπε στο Rolling Stone (1995). Πέρασε και από μία εφηβική επανάσταση ακούγοντας πιο ποπ ήχους όπως U2, The Police, Soft Cell, Duran Duran και αργότερα έγινε μεγάλη φαν των Pixies, Television και Slint. Πρόσφατα ισχυρίστηκε ότι εμπνέεται από τη ρώσικη φολκ μουσική, τον Ιταλό συνθέτη Ennio Morricone και από κλασικούς συνθέτες όπως οι Arvo Pärt, Samuel Barber και Henryk Górecki.
Σπούδασε σαξόφωνο για περίπου οχτώ χρόνια και συμμετείχε στα συγκροτήματα Bologna, Polekats, Stoned Weaklings και Automatic Dlamini. Στα 18 της χρόνια άρχισε να γράφει τραγούδια και τον Ιανουάριο του 1991 σχημάτισε το τριμελές συγκρότημα PJ Harvey με τους Rob Ellis (ντραμς) και Ian Olliver, που γρήγορα αντικαταστάθηκε από τον Steve Vaughan. Παράλληλα η Polly παρακολουθούσε μαθήματα τέχνης στο Yeovil Art College και έπειτα σπούδασε γλυπτική στο Central Saint Martin’s College of Art & Design στο Λονδίνο.
1991-1993
Το τρίο κυκλοφόρησε το πρώτο σινγκλ “Dress” μέσω της ανεξάρτητης εταιρίας Too Pure τον Οκτώβριο, 1991. Ο μουσικός παραγωγός John Peel μαγεύτηκε από το τραγούδι και το έπαιζε συνεχώς στις εκπομπές του. Την άνοιξη που ακολούθησε κυκλοφόρησε ένα δεύτερο σινγκλ, το “Sheela Na Gig”, και το πρώτο άλμπουμ Dry (1992) που γρήγορα κέρδισε διθυραμβικές κριτικές και από τις δύο πλευρές του Ατλαντικού. Το Rolling Stone έγραψε ότι η Polly Jean Harvey ήταν η Καλύτερη Στιχουργός και Νέα Καλλιτέχνιδα της χρονιάς. Εκείνο τον καιρό κυκλοφόρησε και μία περιορισμένη έκδοση του Dry μαζί με κάποια demos (Dry Demonstration).
Τον Απρίλιο του 1992 ξάφνιασε όταν εμφανίστηκε τόπλες στο εξώφυλλο της βρετανικής μουσικής εφημερίδας NME και παράλληλα απέρριπτε τις φήμες που την ήθελαν φεμινίστρια.
Μετά την προώθηση του Dry, η Polly μετακόμισε στο Λονδίνο, όπου το γκρουπ προσέλαβε τον Steve Albini (Pixies, Breeder) για να κάνει την παραγωγή στο επόμενο άλμπουμ τους Rid of me (1993). Θορυβώδες, έντονο και σκληρά ασυμβίβαστο το Rid of me κυκλοφόρησε με την υπογραφή της Island Records και αποθεώθηκε από τους κριτικούς. Τον ίδιο καιρό κυκλοφόρησε και το άλμπουμ 4-Track Demos, με τραγούδια από το Rid of
1995-1999
Μετά την αποχώρηση των Ellis και Vaughan (Αύγουστος 1993), η Polly ξεκινάει σόλο καριέρα διατηρώντας την ονομασία PJ Harvey. Στο άλμπουμ To Bring You My Love (1995), η Polly συνεργάστηκε με τους Flood (παραγωγή), Mick Harvey (μπάσο), John Parish (κιθάρα) και Joe Gore (κιθάρα), το οποίο έγινε γρήγορα η βάση της εναλλακτικής ροκ μουσικής. Το άλμπουμ ήταν παγκόσμια επιτυχία, συμπεριλαμβάνοντας σπουδαία τραγούδια (“C’mon Billy”, “Down by the water”), πουλώντας πάνω από ένα εκατομμύριο αντίτυπα. Χρησιμοποιώντας έγχορδα όργανα (strings) και ηλεκτρονικούς ήχους, ψηφίστηκε ως ο Δίσκος της Χρονιάς από το περιοδικό Rolling Stone και τις εφημερίδες USA Today, New York Times και LA Times.
Την ίδια χρονιά ερμήνευσε ζωντανά μαζί με την Björk το “Satisfaction” των Rolling Stones, στην τελετή απονομής των Brit Awards.
Εκείνο τον καιρό η Polly άρχισε να πειραματίζεται με την εικόνα της και να εμφανίζεται με περούκες, υπερβολικό μακιγιάζ, ψεύτικες βλεφαρίδες και νύχια. Η ίδια αργότερα εξομολογήθηκε ότι εκείνη την περίοδο πίστευε ότι φορούσε μία μάσκα γιατί ένιωθε χαμένη ως άτομο. Το 1996 τραγούδησε το θεματικό τραγούδι του παραμυθιού για ενήλικες “The Passions of Darkly Noon” του Philip Ridley χρησιμοποιώντας μία ηπιότερη, σχεδόν αγγελική φωνητική διάθεση.
Το 1998 κυκλοφόρησε το Is this Desire?, ένα πειραματικό άλμπουμ που δέχτηκε διφορούμενες κριτικές. Προσωρινά είχε εγκαταλείψει τις κιθάρες και είχε εστιάσει στη δημιουργία ηλεκτρονικών, σκοτεινών και μελαγχολικών ήχων.
περισσότερα: http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A0%CF%8C%CE%BB%CF%85_%CE%A4%CE%B6%CE%B9%CE%BD_%CE%A7%CE%AC%CF%81%CE%B2%CE%B5%CF%8A
-------------------------------------------------------------------------
Οι Cranberries είναι ένα Ιρλανδικό συγκρότημα alternative rock που έγινε ιδιαίτερα δημοφιλές κατά τη δεκαετία του 1990. Από το 2003 τα μέλη του συγκροτήματος ξεκίνησαν ο καθένας μία ανεξάρτητη πορεία στη μουσική σκηνή. Υπολογίζεται ότι έχουν πουλήσει περί τα 43 εκατομμύρια άλμπουμς σε όλο τον κόσμο, χωρίς να συνυπολογίζονται τα cd singles.
Ο Noel και ο Mike Hogan, δύο αδέρφια από το Limerick ίδρυσαν το συγκρότημα με ντράμερ τον Fergal Lawler το 1990. Το συγκρότημα αρχικά ονομάστηκε The Cranberry Saw Us, δηλαδή, το cranberry μας είδε, ένα λογοπαίγνιο για το cranberry sauce. Η πρώτη φωνή τότε ήταν ένας φίλος τους, ο Niall Quinn, που είχε μία ιδιότροπη αίσθηση για να συνθέτει και να ονοματίζει τραγούδια, όπως "My Grandma drowned in a fountain in Lourdes", "I was always all ways" και "Throw Me Down A Big Stairs". Όταν αποχώρησε από το συγκρότημα, η Dolores O'Riordan, που ήταν φίλη της κοπέλας του Niall εκείνο τον καιρό και που είναι συγγενής με μία ισχυρή οικογένεια τραπεζικών, τους O' Riordans από το Cork, έκανε οντισιόν και κέρδισε τον ρόλο της πρώτης φωνής του συγκροτήματος. Γρήγορα έδειξε το στιχουργικό της ταλέντο όταν το συγκρότημα της έδωσε ένα demo μίας μελωδίας που συνέθεταν. Πήρε το demo σπίτι της και γύρισε με ένα πλήρες σετ από στίχους γι' αυτό την επόμενη μέρα. Το τραγούδι αυτό ήταν το "Linger", που λίγο καιρό αργότερα έγινε ένα από μεγαλύτερα hits του συγκροτήματος.
Το ερασιτεχνικά φτιαγμένο demo πήγε πολύ καλά τοπικά και το συγκρότημα γρήγορα μαγνητογράφησε το τραγούδι και το πούλησε σε δισκοπωλεία στην Ιρλανδία. Μετά την πώληση 300 αντιγράφων, το συγκρότημα περιέκοψε το όνομά του σε "The Cranberries" και έστειλε ακόμα ένα demo, το οποίο περιείχε αρχικές εκδόσεις των τραγουδιών "Linger" και "Dreams", σε δισκογραφικές εταιρίες στη Μεγάλη Βρετανία. Το demo το δημιούργησαν στα Xeric studios, του Pearse Gilmore, ο οποίος αργότερα έγινε και ο μάνατζερ τους. Όταν το demo δημιουργήθηκε, όλα τα μέλη του συγκροτήματος βρίσκονταν ακόμα στην εφηβεία.
Το demo κέρδισε την προσοχή τόσο του Βρετανικού τύπου όσο και των δισκογραφικών εταιριών και γρήγορα υπήρξε ένας πόλεμος διεκδίκησης από τα μεγαλύτερα ονόματα των Βρετανικών δισκογραφικών εταιριών. Τελικά, το συγκρότημα υπέγραψε με την Island Records των οποίων το προηγούμενο διάσημο συμβόλαιο ήταν με τους U2. Οι the Cranberries πήγαν στο στούντιο με τον Gilmore για παραγωγό τους και έγραψαν το πρώτο τους single "Uncertain" (=αβέβαιος). Ο τίτλος αποδείχτηκε προφητικός, καθώς το συγκρότημα ακουγόταν "αβέβαιο" στο single, γεγονός που οδήγησε σε αρκετά αρνητικά σχόλια από τους δημοσιογράφους και ταυτόχρονα σε ένταση στις σχέσεις του γκρουπ με τον Gilmore. Πριν προγραμματίσουν το πρώτο τους άλμπουμ το 1992, οι the Cranberries ανακάλυψαν ότι ο Gilmore είχε υπογράψει μυστική συμφωνία με την Island να βελτιώσει το στούντιο του. Οι σχέσεις μέσα συγκρότημα εντάθηκαν τόσο πολύ που έφτασαν στα πρόθυρα της διάλυσης. Αντί γι' αυτό, τελικά διέκοψαν τις σχέσεις τους με τον Gilmode, προσέλαβαν τον Geoff Travis της Rough Trade Records για μάνατζερ και τον Stephen Street, που προηγουμένως δούλευε με τους The Smiths, ως νέο τους παραγωγό.
Το πρώτο άλμπουμ των The Cranberries, Everybody Else Is Doing It, So Why Can't We?, εκδόθηκε την άνοιξη του 1993. Ακολούθησε το single "Dreams". Κανένα από τα δύο άλμπουμς δεν κέρδισε ιδιαίτερη προσοχή. Το ίδιο συνέβη και με το δεύτερο single "Linger", μέχρι που το συγκρότημα έκανε μία περιοδεία, προκαλώντας την προσοχή του MTV, που έβαλε το βίντεό τους. Παρόλο που τα singles
Η O'Riordan παντρεύτηκε τον μάνατζερ του συγκροτήματος για τις περιοδείες, Don Burton, σε μία τελετή με ιδιαίτερη δημοσιότητα τον Ιούλιο του 1994. Ο γάμος τους, όσο και τα βίντεο του γκρουπ, τόνιζαν την τραγουδίστρια ως το σημείο αναφοράς του συγκροτήματος. Η θέση της O'Riordan στο συγκρότημα συνέχισε να ανεβαίνει με την τελευταία έκδοση του δεύτερου άλμπουμ του συγκροτήματος, No Need to Argue. Προβάλλοντας έναν λίγο πιο βαρύ και πιο στρωτό ήχο, αλλά ακόμα με παραγωγό τον Stephen Street, ο δίσκος ξεκίνησε στο νούμερο 6 στα charts των ΗΠΑ και τελικά πωλήθηκαν όλοι οι δίσκοι που είχαν παραχθεί. Μέσα σε ένα χρόνο έγινε διπλά πλατινένιος, ανεβάζοντας στο νούμερο ένα το μοντέρνο ροκ χιτ τραγούδι "Zombie" και στο νούμερο 11 το "Ode to My Family".
Το 1995, συνέχισαν με μία περιοδεία και εξέδωσαν δύο ακόμα singles "I Can't Be With You" και"Ridiculous Thoughts". Τα δύο άλμπουμς πήγαν πολύ καλά. Έγινε διαμαντένιο στον Καναδά και στην Ελβετία και εφτά φορές πλατινένιο στις Η.Π.Α. (7 εκατομμύρια αντίτυπα πωλήθηκαν).
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου